Γένοβα: Ανάληψη ευθύνης του αναρχικού αιχμαλώτου Αλφρέντο Κόσπιτο για την επίθεση κατά Αντινόλφι (αναδημοσίευση)

ImageΔήλωση που κατέθεσε ο Αλφρέντο Κόσπιτο στο δικαστήριο της Γένοβας την 30ή Οκτώβρη 2013, στο πλαίσιο συντομευμένης διαδικασίας:

Από την κοιλιά του Λεβιάθαν

«τα όνειρα είναι να πραγματωθούν εδώ, στο παρόν, και όχι σ’ ένα υποθετικό μέλλον, γιατί τα μελλούμενα τα βγάζανε πάντοτε στο σφυρί οι ιερείς οποιασδήποτε θρησκείας ή ιδεολογίας ώστε να μπορούν να κλέβουν με ατιμωρησία. Θέλουμε ένα παρόν που ν’ αξίζει να βιώνεται, κι όχι απλώς να θυσιάζεται στη μεσσιανική προσδοκία ενός μελλοντικού επίγειου παραδείσου. Γι’ αυτό βαλθήκαμε να μιλάμε στην πράξη για μιαν αναρχία που πραγματώνεται τώρα, όχι αύριο. Το “όλα με τη μία” είναι ένα στοίχημα, ένα παιχνίδι στο οποίο έχουμε ριχτεί, όπου το διακύβευμα είναι η δική μας η ζωή, η ζωή ολωνών, ο δικός μας ο θάνατος, ο θάνατος ολωνών»
Πιερλεόνε Μάριο Πόρκου

«η επιστήμη είναι το αέναο ολοκαύτωμα της ζωής, φυγάδας, εφήμερης μα πραγματικής, στο βωμό των αιώνιων αφαιρέσεων. … Αυτό που διακηρύσσω λοιπόν είναι η εξέγερση της ζωής ενάντια στη διακυβέρνηση της επιστήμης»
Μιχαήλ Μπακούνιν

«ακόμα κι ενόσω ο άνθρωπος καταδίωκε ένα θεό μες στο δικό του το φαντασιακό, μια παιδιάστικη ηλιθιότητα τον κατακυρίευσε. … οι τεχνότητες ανέκυψαν υπέρτατες, κι αφού ενθρονίστηκαν, ρίξανε αλυσίδες πάνω στη διάνοια που τους είχε αναδείξει στην εξουσία»
Έντγκαρ Άλλαν Πόε

«η αυτοκρατορία που ’ναι θεμελιωμένη στο τίποτα, όπου κυρίαρχη βασιλεύει, τώρα δα καταρρέει. Δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος της αλήθειας. Σου συνιστώ μια γερή δόση ζωής! Σου συνιστώ μια γερή δόση ζωής! Τουλάχιστον έτσι θα ’σαι σε θέση να πεις πως την έχεις ζήσει»
Congegno

«μπάσταρδοι!… ξέρω ποιος σας έστειλε»
Ρομπέρτο Αντινόλφι

Ένα υπέροχο μαγιάτικο πρωινό ενέργησα, και στο διάστημα εκείνων των λίγων ωρών απόλαυσα τη ζωή μου στο έπακρο. Για πρώτη φορά άφησα πίσω μου το φόβο και τις αυτοαιτιολογήσεις, αψηφώντας το άγνωστο. Σε μιαν Ευρώπη γεμάτη με σταθμούς πυρηνικής ενέργειας, ένας απ’ τους κυριότερους υπευθύνους για την πυρηνική καταστροφή έμελλε να πέσει στα πόδια μου. Θέλω να είμαι πολύ σαφής: ο Πυρήνας Όλγα της FAI/FRI είναι μόνον εγώ και ο Νικόλα. Κανείς άλλος μήτε συμμετείχε μήτε συνεργάστηκε σ’ αυτήν τη δράση, ούτε και κανείς άλλος τη σχεδίασε. Κανείς δεν ήξερε οτιδήποτε για το εγχείρημά μας. Δεν πρόκειται να επιτρέψω να μπει η ενέργειά μου μέσα σ’ ένα αισχρό και παράλογο μιντιακό και δικαστικό καζάνι προκειμένου να αποσπαστεί η προσοχή απ’ τον πραγματικό στόχο της δράσης, με υλικά όπως «εκτροπή της δημοκρατικής τάξης», «ανατρεπτική οργάνωση», «ένοπλη συμμορία», «τρομοκρατία»: κενές φράσεις που γεμίζουν τα στόματα των δικαστών και των δημοσιογράφων.

Είμαι αντιοργανωτιστής αναρχικός γιατί εναντιώνομαι σε κάθε μορφή οργανωτικού αυταρχισμού κι εξαναγκασμού. Είμαι μηδενιστής γιατί ζω την αναρχία μου σήμερα, αντί να προσμένω μιαν επανάσταση η οποία, ακόμα κι αν ερχότανε ποτέ, θα δημιουργούσε μονάχα νέα εξουσία, νέα τεχνολογία, νέα πολιτισμικότητα. Ζω την αναρχία μου με φυσικότητα, χαρά, απόλαυση, χωρίς κάποιο πνεύμα μαρτυρίου, δίνοντας όλο μου τον εαυτό για ν’ αντιτεθώ σε τούτο το πολιτισμένο υπάρχον, που μου είναι αφόρητο. Είμαι αντικοινωνιστής επειδή είμαι πεπεισμένος πως η κοινωνία υφίσταται μονάχα υπό τη στόχευση της διαίρεσης μεταξύ των κυριάρχων και των κυριαρχημένων. Δεν επιδιώκω καμία μελλοντική «παραδείσια» σοσιαλιστική αλχημεία, δεν τρέφω οποιαδήποτε εμπιστοσύνη σε καμία κοινωνική τάξη. Η εξέγερσή μου δίχως επανάσταση είναι ατομική, υπαρξιακή, συνολικευμένη, απόλυτη, ένοπλη. Μέσα μου δεν υπάρχει ίχνος υπερανθρωπισμού, μήτε και κάποια καταφρόνια έναντι των καταπιεσμένων, του «πόπολου», αφού είμαι πεπεισμένος, όπως λέει και μια παροιμία της Ανατολής, ότι «δεν πρέπει να περιφρονείς το φίδι επειδή δεν έχει κέρατα, γιατί μια μέρα μπορεί να μεταμορφωθεί σε δράκο». Παρομοίως, ένας σκλάβος μπορεί να μεταμορφωθεί σε εξεγερμένο, ένας και μόνο άνδρας, μία και μόνη γυναίκα μπορούν να καταφέρουν μια πυρπόληση καταστροφική. Με όλες μου τις δυνάμεις καταφρονώ τους ισχυρούς της γης, είτε είναι πολιτικοί, επιστήμονες, τεχνοκράτες, δημαγωγοί, κάθε λογής ‘-άρχες’, γραφειοκράτες, ή στρατιωτικοί αρχηγοί και θρησκευτικοί ηγέτες. Η τάξη που θέλω να συντρίψω είναι ότι αυτή του πολιτισμού, η οποία μέρα τη μέρα καταστρέφει καθετί που κάνει τη ζωή ν’ αξίζει κανείς να τη ζει. Κράτος, δημοκρατία, κοινωνικές τάξεις, ιδεολογίες, θρησκείες, αστυνομία, στρατεύματα, το ίδιο σας το δικαστήριο είναι σκιές, χίμαιρες, γρανάζια, όλα αντικαταστήσιμα, μιας μεγαμηχανής που τα περιλαμβάνει όλα δαύτα. Μια μέρα η τεχνολογία θα μπορεί να κάνει και χωρίς εμάς, μετατρέποντας τους πάντες και τα πάντα σε αυτόματα, εκτοπισμένα σ’ ένα πανόραμα θανάτου και ερήμωσης.

Εκείνη την 7η του Μάη 2012 για μια στιγμή έριξα άμμο σ’ ένα γρανάζι αυτής της μεγαμηχανής, για μια στιγμή έζησα στο φουλ κάνοντας τη διαφορά. Τη μέρα κείνη το καλύτερό μου όπλο δεν ήτανε ένα παλιό Τοκάρεφ, αλλά το βαθύ, λυσσαλέο μίσος που αισθάνομαι ενάντια στην τεχνοβιομηχανική κοινωνία. Υπέγραψα τη δράση ως FAI/FRI γιατί έχω ερωτευτεί αυτήν τη στιλπνή «τρέλα» που γίνηκε έμπρακτη ποίηση, άλλοτε αύρα κι άλλοτε θύελλα, που φυσάει χαοτική στα μισά του κόσμου, απτόητη, απρόβλεπτη, κόντρα σε κάθε νόμο, κόντρα σε κάθε «κοινό νου», κόντρα σε κάθε ιδεολογία, κόντρα σε κάθε πολιτική, κόντρα στην επιστήμη και στον πολιτισμό, κόντρα σε κάθε εξουσία, οργάνωση και ιεραρχία. Μια έμπρακτη οπτική της αναρχίας, που δεν προβλέπει θεωρητικούς, διευθύνοντες συμβούλους, αρχηγούς, στελέχη, στρατιώτες, ήρωες, μάρτυρες, οργανογράμματα, μιλιτάντες, πόσω μάλλον θεατές. Για χρόνια παρακολουθούσα την εξέλιξη αυτής της νέας αναρχίας, παραμένοντας στην ουσία ένας απλός θεατής. Για πολύ καιρό είχα απομείνει να παρατηρώ. Άμα η αναρχία δε γίνεται δράση, τότε απορρίπτει τη ζωή καταντώντας ιδεολογία, ένα μάτσο σκατά ή κάτι περισσότερο, στην καλύτερη των περιπτώσεων μια ατελέσφορη διέξοδος απογοητευμένων ανδρών και γυναικών.

Αποφάσισα να περάσω στη δράση μετά την πυρηνική καταστροφή στη Φουκουσίμα. Πάρα πολύ συχνά αισθανόμαστε ανεπαρκείς μπροστά σε τόσο μεγάλα γεγονότα. Ο πρωτόγονος άνθρωπος αντιμετώπιζε τους κινδύνους, ήξερε καταπώς ν’ αμυνθεί. Ο μοντέρνος, πολιτισμένος άνθρωπος στέκει ανήμπορος μπροστά στα κατασκευάσματα-δεσμά της τεχνολογίας. Ακριβώς όπως τα πρόβατα γυρεύουν προστασία απ’ το βοσκό ο οποίος πρόκειται να τα σφαγιάσει, έτσι κι εμείς οι εκπολιτισμένοι εμπιστευόμαστε τους κοσμικούς ιερείς της επιστήμης, τους ίδιους που λίγο λίγο μας σκάβουνε τον τάφο. Είδαμε τον Αντινόλφι να χαμογελάει πονηρά στις τηλεοπτικές οθόνες παριστάνοντας το θύμα. Τον είδαμε να δίνει διαλέξεις στα σχολεία εναντίον της «τρομοκρατίας». Αναρωτιέμαι όμως: τι είναι η τρομοκρατία; Ένας πυροβολισμός, ένας σουβλερός πόνος, μια ανοιχτή πληγή, ή η αδιάλειπτη, συνεχόμενη απειλή ενός αργού θανάτου που καταβροχθίζει από τα μέσα· ο συνεχής, αδιάκοπος τρόμος ότι ένας απ’ τους πυρηνικούς σταθμούς μπορεί ανά πάσα στιγμή να ξεράσει θάνατο και ερήμωση; Η Ansaldo Nucleare και η Finmeccanica φέρουν τεράστιες ευθύνες. Τα σχέδιά τους εξακολουθούν να σπέρνουν το θάνατο παντού, και τον τελευταίο καιρό φημολογούνται πιθανές επενδύσεις για το διπλασιασμό του πυρηνικού σταθμού του Κρσκο στη Σλοβενία, ζώνη υψηλού σεισμικού κινδύνου μόλις δυο βήματα απ’ την Ιταλία. Στην Τσερναντόβα της Ρουμανίας, από το 2000 μέχρι σήμερα, πολλά περιστατικά έχουνε συμβεί, που όλα τους προκλήθηκαν απ’ τη μωρία της Ansaldo Nucleare κατά τη διάρκεια της κατασκευής ενός απ’ τα πυρηνικά τους εργοστάσια. Πόσες ζωές έχουνε χαθεί; Πόσο αίμα έχει χυθεί; Τεχνοκράτες της Ansaldo Nucleare και της Finmeccanica, με τα εύκολα χαμόγελα, με την «καθαρή» σας τη συνείδηση, η «πρόοδός» σας βρομάει ψοφίμι, ο θάνατος που ’χετε σπείρει σ’ όλο τον κόσμο φωνάζει για εκδίκηση. Υπάρχουνε πολλοί τρόποι για ν’ αντιταχθεί κανείς έμπρακτα στα πυρηνικά, όπως μπλοκαρίσματα τρένων που μεταφέρουν πυρηνικά απόβλητα, σαμποτάζ σε πυλώνες μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται απ’ το άτομο σε πυρηνικούς αντιδραστήρες. Μου ’ρθε στο νου η ιδέα να χτυπήσω τον κατεξοχήν υπεύθυνο γι’ αυτό το μακελειό στην Ιταλία: τον Ρομπέρτο Αντινόλφι, διευθύνοντα σύμβουλο της Ansaldo Nucleare. Δε μου πήρε πολύ για ν’ ανακαλύψω πού διαμένει, πέντε ενέδρες φτάσανε και περισσέψανε. Δεν υπάρχει καμιά ανάγκη για στρατιωτικού τύπου δομή, για ανατρεπτική οργάνωση ή για ένοπλη συμμορία ώστε να καταφέρει κανείς ένα πλήγμα· οποιοσδήποτε οπλίζεται με ισχυρή θέληση, μπορεί να σκεφτεί το αδιανόητο και να ενεργήσει ανάλογα. Θα ’θελα να ’χω κάνει τα πάντα μονάχος, μα δυστυχώς χρειαζόμουνα βοήθεια με το μηχανάκι. Ρώτησα τον Νικόλα, απηύθυνα έκκληση στη φιλία του· δεν έκανε πίσω. Προμηθεύτηκα το πιστόλι απ’ τη μαύρη αγορά, για τριακόσια ευρώ. Δεν υπάρχει καμιά ανάγκη για παράνομες υποδομές ή μεγάλα κεφάλαια για να οπλιστεί κανείς. Φύγαμε με το αυτοκίνητο απ’ το Τορίνο το προηγούμενο βράδυ. Όλα κύλησαν ομαλά, ή κάπως έτσι, ο Νικόλα ήτανε στο τιμόνι, εγώ στόχευσα ακριβώς εκεί που ’χαμε αποφασίσει να χτυπήσουμε. Μετά την ακριβή βολή, έβαλα τρεχάλα για το μηχανάκι, κι ύστερα να σου τ’ απροσδόκητο, η λυσσασμένη κραυγή του Αντινόλφι, το ουρλιαχτό του που με πάγωσε κάνοντάς με να χάσω πολύτιμα δευτερόλεπτα: «Μπάσταρδοι!… Ξέρω ποιος σας έστειλε!» Εκείνη ακριβώς τη στιγμή είχα την απόλυτη βεβαιότητα ότι είχα χτυπήσει το στόχο, κι είχα πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι είχα βάλει τα χέρια μου μες στην καταβόθρα: σε συμφέροντα εκατομμυριούχων, στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα, στην πολιτική και στην εξουσία, σε λάσπη και κοπριά. Αυτά τα «κλεμμένα» δευτερόλεπτα επέτρεψαν στον Αντινόλφι να διαβάσει ένα μέρος της πινακίδας, την οποία λόγω απειρίας δεν είχαμε καλύψει. Χάρη στους αριθμούς αυτούς εντόπισαν το μηχανάκι, κι από το μηχανάκι οδηγήθηκαν στην κάμερα τηλεπαρακολούθησης που μας είχε αλλού καταγράψει.

Δεν πρόκειται να φτάσει η ποινή αυτού του δικαστηρίου για να μετατρέψει εμάς σε φαύλους τρομοκράτες, και τον Αντινόλφι και τη Finmeccanica σε ευεργέτες της ανθρωπότητας. Έχει έρθει η στιγμή της μεγάλης άρνησης, μιας άρνησης αποτελούμενης από πληθώρα αντιστάσεων, που καθεμία τους είναι και μια περίπτωση ξεχωριστή. Μερικές είναι εφικτές, απαραίτητες, αμφίβολες, άλλες είναι αυθόρμητες, άγριες, μοναχικές, συντονισμένες, ορμητικές ή βίαιες. Η δικιά μας υπήρξε μοναχική και βίαιη. Άξιζε τον κόπο; Ναι! Μόνο και μόνο για τη χαρά που πήραμε σαν μάθαμε ότι η Όλγα Οικονομίδου, θαρραλέα αδερφή της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς, στην είδηση της δράσης μας πέταξε ένα χαμόγελο απαξίωσης στα μούτρα των δεσμοφυλάκων της μέσα απ’ το κελί απομόνωσης μιας ελληνικής φυλακής. Είμαι ευτυχής που ’μαι αυτός που είμαι, ένας ελεύθερος άνθρωπος, ακόμη κι αν είμαι δεμένος «προσωρινά» με αλυσίδες. Δεν μπορώ να παραπονεθώ και πολύ, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειονότητα του «κοσμάκη» έχει τις αλυσίδες γερά βιδωμένες στον εγκέφαλο. Στη ζωή μου πάντοτε προσπαθούσα να κάνω ό,τι θαρρούσα σωστό, και ποτέ μου δεν έκανα ό,τι βόλευε σε κάθε περίσταση. Τα ημίμετρα ποτέ δε μ’ έπεισαν. Έχω αγαπήσει πολύ. Έχω μισήσει πολύ. Αυτός ακριβώς είναι κι ο λόγος που δεν πρόκειται να παραδοθώ στα σίδερά σας, στις στολές σας, στα όπλα σας. Θα με βρίσκετε πάντα απέναντί σας ως ακατάβλητο, ατρόμητο εχθρό. Δεν είμαι μόνος. Οι αναρχικοί δεν είναι ποτέ μόνοι τους· καμιά φορά γινόμαστε μοναχικοί, αλλά ποτέ δε μένουμε μονάχοι. Χιλιάδες σχέδια στο κεφάλι, και μια ελπίδα στην καρδιά που παραμένει ζωντανή, ολοένα και πιο δυνατή κι αναμεταξύ μας μοιρασμένη. Μια συγκεκριμένη προοπτική που «ρισκάρει» ν’ αλλάξει το πρόσωπο της αναρχίας στον κόσμο. Μικρές, μεγάλες κατολισθήσεις που θα εξαπολύσουν έναν κατακλυσμό μια μέρα. Θα πάρει χρόνο, δεν πειράζει· προς το παρόν ευχαριστιέμαι το σεισμό που ξέσπασε μέσα μου απ’ όλη τούτη την επιθυμία για χαρά και μάχη.

Κλείνω με ένα απόσπασμα απ’ τον Μαρτίνο (όνομα που χρησιμοποιούσε ο Μάρκο Καμένις στην παρανομία), πολεμιστή που δεν προσκύνησε ποτέ, φυλακισμένο για περισσότερα από είκοσι χρόνια λόγω της βαθιάς του αγάπης για τη ζωή, κλειδωμένο σήμερα σε μιαν άσηπτη ελβετική φυλακή· κάνω τα λόγια του δικά μου: «… το θάρρος να σκεφτόμαστε τα πράγματα μέχρι κεραίας, να παραβιάζουμε την απαγόρευση της τεχνολογικής αστυνομίας περί “ανέφικτου” και “ασύλληπτου”, να σκεφτόμαστε κάτι άλλο και να δρούμε αναλόγως μ’ άλλον τρόπο. Αυτό από μόνο του μπορεί να μας φέρει έξω απ’ το χλιαρό τοξικό πλύμα της νεωτερικότητας σε μέρη όπου τίποτε και κανείς δεν πρόκειται να μας καθοδηγήσει, σ’ έναν τόπο χωρίς δικλείδες ασφαλείας, στο χώρο της ευθύνης σε πρώτο πρόσωπο, για τη μη υποταγή με όλες τις συνέπειές της. Η λευτεριά είναι σκληρή και επικίνδυνη, και δεν υφίσταται ζωή χωρίς το θάνατο. Από φόβο ζωής, συχνά παραδινόμαστε στη σκλαβιά και στην αφάνιση».

Θάνατο στον πολιτισμό
Θάνατο στην τεχνολογική κοινωνία
Ζήτω η ΣΠΦ
Ζήτω η FAI/FRI

ΖΗΤΩ Η ΜΑΥΡΗ ΔΙΕΘΝΗΣ!
ΖΗΤΩ Η ΑΝΑΡΧΙΑ

 

Πηγή: http://gr.contrainfo.espiv.net/2013/11/08/genoa-italy-declaration-of-anarchist-prisoner-alfredo-cospito-at-trial-for-roberto-adinolfi-shooting/

Χορός του λυκόφωτος , του Ρέντσο Νοβατόρε.

Αυτή είναι η ώρα των νυχτερινών μου σκέψεων. 1185086_1416582068554392_904618824_a
Κοιμάται ο Δαίμονας μου.
Κοιμάται στο σκοτεινό λυκόφως
αυτής μου της ψυχής
Ο κόκκινος Δαίμονας
της καταχθόνιας χαράς μου.
Καπνίζω..
Καπνίζω απεγνωσμένα, έντονα. Πάντα!
Πάντα! Πάντα! Πάντα!
Ευχόμουν να σκεφτώ, να γράψω, να τραγουδήσω…
Κοιμάται όμως ο Δαίμονας μου.
Κοιμάται στο σκοτεινό λυκόφως
αυτής μου της ψυχής
Ο κόκκινος Δαίμονας
της καταχθόνιας χαράς μου.
Και οι σκέψεις δεν έρχονται…
Ούτε καν το γέλιο και η κατάρα…
Κι αυτή είναι η μαύρη ώρα μου
Της μαύρης μελαγχολίας.
***
Κοιτάζω, αφηρημένα, το τσιγάρο μου.
Ισχνό, ωχρό και θερμό
Σαν άρρωστος εραστής.
Το κοιτάζω να αναλώνεται πολύ αργά
όπως η ζωή και τα όνειρα μου:
όπως η ζωή και τα όνειρα όλων των αδερφών μου.
Η στάχτη έπεσε στη γη και διασκορπίστηκε.
Έτσι!
Ο καπνός, ορθώνεται, πυκνός και γκρίζος, στον αέρα
και διασκορπίζεται κι αυτός. Έτσι.
Τίποτα για μένα δε μένει
παρά λίγη κίτρινη νικοτίνη στα τρυφερά χείλη πάνω.
Έτσι.
***
Κοιμάται ο Δαίμονας μου.
Κοιμάται στο σκοτεινό λυκόφως
αυτής μου της ψυχής
Ο κόκκινος Δαίμονας
της καταχθόνιας χαράς μου.
Κοιτώ τον ήλιο!
Τον βλέπω να κατεβαίνει εν μέσω της ξανθής δίνης
μιας πανέμορφης θάλασσας από χρυσό.
Από χρυσό και αίμα…
Την καρδιά μου όμως έχει δαγκώσει.
Την έχει δαγκώσει ένα παγωμένο φυτό
χωρίς ελπίδες και δάκρυα,
χωρίς μίσος και χωρίς αγάπη.
Ω, θα μπορούσες τουλάχιστον να κλάψεις…
θα μπορούσες τουλάχιστον να καταραστείς…
Αλλά, όχι!
Όχι! όχι! όχι!
***
Ποιός;
Ποιός, επομένως, μ’ έκανε ποτέ τόσο κακό;
Ποιός είναι ο σατανικός μάστορας των βασάνων μου αυτών;
Ω μητέρα… μητέρα μου…
Αν είχες ακόμη τη δύναμη
να είσαι ικανή να καταραστείς…
Αλλά, όχι!
Όχι! όχι! όχι!
Παρ’ όλα αυτά ήσουν εσύ μόνο
εσύ! Που
μου έδωσες ζωή,
Που μου έδωσες πόνο,
Που μου έδωσες το Κακό!
Πες μου όμως:
Πίστευες ίσως στη χαρά του να ζεις;
Είμαι επομένως ο γιος ενός τέτοιου αλλόκοτου ονείρου;
Ή είμαι απλά το πιο χυδαίο τέκνο
της συλλογικής αναισθησίας;
Γιατί λοιπόν, ω μητέρα,
δεν είχες -εκείνη την ημέρα-
την ηρωική έμπνευση να χτυπήσεις
ΜΕ ΒΙΑ
το πρησμένο στομάχι σου
πάνω σε μια σκληρή πέτρα. Έτσι!
Γιατί δεν θα είχα θελήσει να δω
Τον Ήλιο.
Γιατί δεν θα είχα θελήσει
αυτήν τη μίζερη ζωή.
Γιατί υποφέρω τόσο, Έτσι…
Ω μητέρα, κλαις;
Και γιατί;
Νιώθεις ίσως τις τύψεις
για το ότι με δημιούργησες;
Φαντάζεσαι ίσως το κακό
που με βασανίζει και
τόσο φρικτά με σπάει;
Ω, είχες τουλάχιστον τη δύναμη
Να είσαι ικανή να καταραστείς…
Αλλά, όχι!
Όχι! όχι! όχι!
Είναι πολύ πρόστυχοι!
***
Το ποτάμι κυλά και τραγουδάει…
(το πανέμορφο ποτάμι, γαλήνιο και γελαστό)
κυλά πάνω από το ντελικάτο
Υγρό και σκονισμένο, κρεβάτι του
κι οι λευκοί αφροί του
είναι ένα χρυσό πάπλωμα.
Ο τιτάνιος ύφαλος
πλένει τα γρανιτικά του πλευρά
μέσα στα λιτά νερά σου
-ω μοναχικό ποτάμι-
και κάθισε στις όχθες σου
Κοιτάζω τα πράσινα φύλλα
που, κεντημένος με σκιά και με φως,
ο άνεμος χαϊδεύει. Έτσι!
Κοιτάζω. Σκέφτομαι και θυμάμαι…
Η ψυχή μου όμως είναι σκοτεινή
και, τριγύρω μου,
το σούρουπο κλαίει. Μαύρο.
Δεν αγαπώ πλέον.
Δεν πιστεύω πια!
***
Ποιός;
Ποιός, επομένως, μ” έκανε ποτέ τόσο κακό;
Οι γυναίκες και η Αγάπη;
Οι άντρες και η φιλία;
Η κοινωνία και ο νόμος της;
Η ανθρωπότητα και η πίστη της;
Ίσως όλα αυτά!
Ίσως κανένα από αυτά!
Δεν ξέρω…
Αισθάνομαι τόσο άσχημα…
Τόσο Πολύ! Τόσο Πολύ! Τόσο Πολύ!
Εδώ…
στην ψυχή!
***

Κοιμάται ο Δαίμονας μου.
κοιμάται στο σκοτεινό λυκόφως
αυτής μου της ψυχής
Πόσο είναι λυπηρό…
λυπηρό και μελαγχολικό.
***
Εύχομαι για νέους φίλους.
Για αληθινούς νέους φίλους.
Χρειάζομαι να εμπιστευτώ
(σε κάποιον)
τις μαύρες μου μελαγχολίες.
Δεν έχω όμως φίλους
είμαι μόνος!
Μόνος με τις
ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΕΣ μου
Μόνος με τη Μοίρα μου.
Μόνος. Τόσο μόνος!
***
Κοιμάται ο Δαίμονας μου.
Το μυαλό μου δέχτηκε πυροβολισμούς
Από τις κιτρινωπές
μαύρες και πράσινες ακτίνες
της βρώμικης πραγματικότητας!
Της πραγματικότητας που περνά…
«ένα μείγμα θηρίων και κτηνώδους.
Μια σύνθεση υποκρισίας και άγνοιας.
Μια ανάμειξη δειλίας και ψεμάτων
Ένα σύνολο από κόπρανα και λάσπη».
Α, όχι!
Όχι! Όχι! Όχι!
Υποφέρω τόσο!
Τόσο πολύ! Τόσο πολύ! Τόσο πολύ!
***
Ο ήλιος δύει.
(ο πανέμορφος από χρυσάφι ήλιος)
οι Άγγελοι του δειλινού
αγωνιούν…
Τα πράσινα φύλλα είναι κρανία των νεκρών,
ψυχρά, γελούν περιφρονητικά…
Το ποτάμι
(το πανέμορφο λιτό ποτάμι)
είναι τώρα ένα μαύρο ερπετό
τρομακτικά εξαπλωμένο μέσα στη μάζα του ύφαλου.
Τάφος ζοφερός και άφωνος.
Τάφος ζοφερός και μαύρος.
***
Το τσιγάρο μου έχει σβήσει…
(το τσιγάρο μου ισχνό, ωχρό και θερμό σαν άρρωστος εραστής)
Η στάχτη διασκορπίστηκε.
Ο καπνός επίσης.
Τίποτα για μένα δε μένει
παρά λίγη κίτρινη νικοτίνη στα τρυφερά χείλη πάνω:
Λίγη όπως η ζωή και τα όνειρα. Έτσι!
***
Μέσα στο σκοτεινό
Της ψυχής μου λυκόφως
Ο κόκκινός μου Δαίμονας ξυπνά.
Νιώθω σαν ένα ρυάκι από πικρό αίμα
που ρέει πάνω από χείλη τρυφερά…
Έχω ένα τραγικό προαίσθημα…
Τί θα συμβεί τη νύχτα;
Όμως… τα αστέρια
τα αγαπημένα αστέρια
θα δουν
Ω, αν μόνο μπορούσες ξανά
να γελάσεις και να καταραστείς για μια ακόμη φορά…
Βλέπω όμως μια λάμψη ( μια πυρά νεκρική;)
Να λάμπει στης νύχτας το σκοτάδι.
Πρέπει να ΕΠΙΤΕΘΏ.
Αισθάνομαι…
Αισθάνομαι! Αισθάνομαι! Αισθάνομαι!
Είμαι ένα άστρο που γυρνά προς
ένα τραγικό ηλιοβασίλεμα.
Renzo Novatore

Περί λήψης αντικαταθλιπτικών κάψουλων.

(ο διάλογος είναι ουδέτερος απο φύλα ενώ τα πρόσωπα είναι φανταστικά, όχι όμως και οι στιγμές που δημιούργησαν τις σκέψεις)

Μιλώ για σένα που δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχεις, χαοτικός και άπειρος σαν τις κουβέντες μας που δεν ολοκληρώνουμε ποτέ.

Εσένα που όποτε σε πετυχαίνω στις ασφυκτικά από κόσμο νύχτες της Βαλτετσίου, αγαπάω πρώτα να σε μπερδεύω με κάποιον άλλο από το facebook. Πάντα με τον ίδιο, και πάντα το ίδιο αστείο να ειπώνεται σαν να’ναι η πρώτη.

Μιλάω για σένα που όποτε τραβήξεις για λίγο το βλέμμα σου από πάνω μου με την πρώτη ευκαιρία ρωτάω κάποιον αν σε βλέπει όντως και αν υπάρχεις.

Εσύ που δεν διαφωνήσαμε ποτέ σε τίποτα, εσένα που όποτε κάποιος από τους δύο μας εκμυστηρεύτηκε κάτι στον άλλο δειλά με τον φόβο του να ακουστεί υπερβολικός, ο άλλος απλά τον συμπλήρωσε.

Λέω για σένα που μπορούμε να εναλλαχτούμε στο ύφος και τα θέματα της κουβέντας πιο γρήγορα και από φωτογραφικό φλάς. Από νεκρούς μπάτσους, στην γη της ελευθερίας, από έναν πορφυρό ποταμό που επιπλέουν καραφλά πτώματα σε έναν καταρράκτη που ξεχύνονται τα νερά της πρώτης ελεύθερης μέρας στον υπαρκτό κόσμο.

Εμένα και σένα, που συμφωνήσαμε να γίνουμε εργάτες μόνο την τελευταία μέρα του πολιτισμού τους. Εγώ την βαριοπούλα και εσύ το καρότσι, μετατρέποντας σε πέτρες τον ιερό τους βράχο, δημιουργώντας έτσι έναν ανορθόδοξο τάφο, που κάτω από τόνους ιστορικών μαρμάρων θα σφραγίσει τους τυράννους, σε μια άμορφη μάζα από πτώματα, κράνη και πλεξιγκλάς.

Το πότε άλλοτε δείγμα του πολιτισμού θα γίνει η έξοδος κινδύνου από τον ίδιο, όπου στην άλλη άκρη θα μας περιμένουν όσοι πέθαναν, μαχαιρώθηκαν η βασανίστηκαν στον κατάπτυστο βωμό της υπερηφάνειας του.

Σε θυμάμαι ακόμη να μου λες κάποιο βράδυ μεθυσμένος πως σε κάποια άλλη ζωή ήμασταν κουβαλητές αυτών απ’ την Πεντέλη, υπό το «στοργικό χάδι» του πολιτισμικού μαστιγίου του Ικτίνου και του Καλλικράτη, στο όνομα της ελευθερίας των ανθρώπων. Πόσο οξύμωρο μου φάνηκε, για να συμπληρώσεις πως αν σφίξαμε τα δόντια είναι γιατί, θα επιστρέψουμε μια μέρα και αυτά τα μάρμαρα θα είναι το διαβατήριο για τον κόσμο του απείρου.

Όμως όλα αυτά θα γίνουν από εμάς που όποτε αποχωριζόμαστε ο πεζόδρομος βιώνει τον ξεριζωμό και την γενοκτονία δύο πατρίδων.

Μιλάω για αυτές τις αντικαταθλιπτικές κάψουλες, που μπαίνουμε όση ώρα κρατάνε οι συζητήσεις μας και ταξιδεύουμε στο μηδέν.

Ευχαριστώ που με χρόνο τόσο ελάχιστο για κάτι τόσο αξεπέραστο, μου απέδειξες έμπρακτα ότι η αναρχία δεν είναι ουτοπία, μηδέ απομακρύνεται καθώς την πλησιάζεις…

..μόνο περπατάει παράλληλα.